Άντρος Κυπριανού – 16/11/2024
Το Κυπριακό, μετά το ναυάγιο στο Κράν Μοντανά εισήλθε σε παρατεταμένο αδιέξοδο, προκαλώντας σοβαρά προβλήματα επί του εδάφους και βαθαίνοντας περισσότερο τα τετελεσμένα. Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι ήρθαμε πιο κοντά στην οριστική διχοτόμηση, ενώ η επίλυση του Κυπριακού στο συμφωνημένο πλαίσιο καθίσταται ολοένα και πιο δύσκολη.
Αξίζει να αναφερθεί βέβαια ότι από τον Ιούλη του 2017 μέχρι σήμερα καταβλήθηκαν κάποιες προσπάθειες να σπάσει το αδιέξοδο και να επαναρχίσουν συνομιλίες. Η πρώτη σοβαρή προσπάθεια έγινε από τον Μουσταφά Ακκιντζί, τον Απρίλη του 2018. Ο τότε Τουρκοκύπριος ηγέτης, αντιδρώντας στις πιέσεις που του ασκούσε η Τουρκία, για να θέσει στο τραπέζι των συνομιλιών τη λύση δύο Κρατών, πρότεινε στον Ν. Αναστασιάδη να συνομιλήσουν στη βάση του Πλαισίου Γκουτιέρες, με πρόθεση να συμφωνήσουν, καθιστώντας το στρατηγική συμφωνία. Η απάντηση του Αναστασιάδη θα καταγραφεί στην ιστορία σαν μνημείο υποκρισίας. Εν πολλοίς συνοψίζεται σε δύο σημεία. Τον ρώτησε πρώτα αν είχε την έγκριση της Τουρκίας για να υποβάλει τη συγκεκριμένη πρόταση και στη συνέχεια σε ποιο πλαίσιο του Γ.Γ. του ΟΗΕ αναφερόταν. Αυτό της 30ης Ιουνίου ή εκείνο της 3ης Ιουλίου; Αυτή του η αναφορά προκάλεσε νέο γύρο αντιπαραθέσεων στην Ελληνοκυπριακή κοινότητα που διάρκεσε ένα χρόνο. Τη λήξη σφύριξε ή έπρεπε να είχε σφυρίξει ο εκπρόσωπος του Γκουτιέρες, ο οποίος δήλωσε με κάθε επισημότητα ότι ένα Πλαίσιο υπάρχει, αυτό της 30ης Ιουνίου. Δυστυχώς ο Αναστασιάδης και οι υποστηριχτές του, ελπίζοντας ότι ο κόσμος ξεχνά εύκολα, επανέρχονται μιλώντας για Πλαίσιο της 3ης Ιουλίου, που ήταν βελτιωμένο.
Η επόμενη συνάντηση έγινε τον Σεπτέμβρη του 2019 στο Βερολίνο, μεταξύ Αναστασιάδη-Ακκιντζί, υπό την αιγίδα του Γκουτιέρες. Η συνάντηση κατέληξε σε κοινό ανακοινωθέν, αλλά, δυστυχώς, δεν είχε συνέχεια.
Η τελευταία συνάντηση σ’ αυτά το επίπεδο, έγινε τον Απρίλη του 2021, ένα μήνα πριν τις Βουλευτικές εκλογές, μεταξύ Αναστασιάδη-Τατάρ, που είχε ήδη εκλεγεί στο πόστο του Ηγέτη της Τουρκοκυπριακής Κοινότητας. Στη συνάντηση αυτή ο Τατάρ έθεσε ενώπιον του Γ.Γ. του ΟΗΕ την απαράδεκτη του αξίωση για ισότιμη κυριαρχία, δηλαδή λύση δύο κρατών, που είναι η επίσημη Τουρκική θέση μέχρι σήμερα.
Η πρόσφατη συνάντηση Γκουτιέρες – Χριστοδουλίδη – Τατάρ, άνοιξε μια πολύ μικρή χαραμάδα ελπίδας, η οποία κανείς μας δεν μπορεί να ξέρει πού ακριβώς θα οδηγήσει.
Εδώ ακριβώς υπεισέρχεται ο ρόλος της κοινωνίας στις δύο Κοινότητες και ιδιαίτερα ο ρόλος της Αριστεράς. Ανεξάρτητα από τις μεταξύ μας διαφωνίες και διαφορές, αναφορικά με τη λύση του Κυπριακού, είμαστε εκείνο το κομμάτι της κοινωνίας στις δύο Κοινότητες, που στηρίζει με συνέπεια το συμφωνημένο πλαίσιο λύσης. Είναι υποχρέωση μας να βρούμε τρόπο να συνεργαστούμε, για να ασκήσουμε την επιρροή μας στους δύο ηγέτες και στη διεθνή κοινότητα, για να επαναρχίσουν συνομιλίες οι οποίες να έχουν πιθανότητες επιτυχούς κατάληξης. Την ίδια στιγμή έχουμε υποχρέωση να προετοιμάσουμε και να καθοδηγήσουμε τις δύο Κοινότητες, την πλειοψηφία τους, για να σπρώξουν προς την κατεύθυνση της λύσης και να στηρίξουν την προσπάθεια. Αν επιδιώξουμε να το πετύχουμε υποστηρίζοντας ο καθένας τις δικές του απόψεις, οι πιθανότητες επιτυχίας θα είναι πολύ περιορισμένες, όπως εξάλλου μας διδάσκει και η ιστορία. Για να μεγιστοποιήσουμε τις πιθανότητες επιτυχίας χρειάζεται να βρούμε κοινή συνισταμένη πάνω στην οποία θα στηρίξουμε τις προσπάθειες μας. Στόχος δύσκολος αλλά όχι ακατόρθωτος.
Το ΑΚΕΛ και το Ρεπουμπλικανικό Τουρκικό Κόμμα (PTK), αλλά και τα μικρότερα κόμματα στον χώρο της ευρύτερης Αριστεράς, διαχρονικά προσπαθούσαν να αναλύουν αντικειμενικά τα δεδομένα και να συνεννοούνται στο Κυπριακό. Αυτή η προσπάθεια δεν ήταν πάντα εύκολη. Τα πράγματα τώρα όμως είναι σε οριακό σημείο. Η μεταξύ μας συνεννόηση σε αυτή τη φάση είναι κάτι περισσότερο από απαραίτητη.
Στα δεδομένα αυτή τη στιγμή υπάρχουν και θετικά και αρνητικά στοιχεία. Στα θετικά περιλαμβάνονται το ενδιαφέρον του Γ.Γ. του ΟΗΕ να συμβάλει στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού, η προσπάθεια βελτίωσης των Ελλαδο-Τουρκικών σχέσεων, το ενδιαφέρον της Τουρκίας για αναβάθμιση των σχέσεων της με την Ε.Ε. και το ενδιαφέρον της να ενταχθεί στους σχεδιασμούς για το Φυσικό Αέριο, στην ευρύτερη περιοχή.
Στα αρνητικά περιλαμβάνονται οι πόλεμοι στην Ουκρανία και την Γάζα, που περιορίζουν το ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας για το Κυπριακό, η παρατεταμένη στασιμότητα που προηγήθηκε και η παρουσία δύο ηγετών στις Κοινότητες για τούς οποίους υπάρχουν επιφυλάξεις μέχρι και βεβαιότητα ότι δεν θέλουν λύση, όπως την έχουμε συμφωνήσει στα σχετικά Ψηφίσματα του ΟΗΕ, της Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου, τις αρχές πάνω στις οποίες εδράζεται η Ε.Ε. και το διεθνές δίκαιο.
Σε αυτό το περιβάλλον το Ρεπουμπλικανικό Τουρκικό Κόμμα θέτει κάποιες προϋποθέσεις για την επανέναρξη του διαλόγου. Πρώτο την επιβολή χρονοδιαγραμμάτων στα πλαίσια των οποίων πρέπει να ολοκληρωθεί ο διάλογος, δεύτερο την επιβολή επιδιαιτησίας σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία εντός των χρονοδιαγραμμάτων και τρίτο την τιμωρία εκείνου που θα έχει την ευθύνη σε περίπτωση αποτυχίας. Δηλαδή π.χ. αν φταίνε οι Ελληνοκύπριοι, να αναγνωριστούν οι Τουρκοκύπριοι ως ξεχωριστό κράτος. Αν ευθύνονται οι Τουρκοκύπριοι για την αποτυχία, να συνεχιστεί η απομόνωση τους και να ανασταλεί η όποια οικονομική βοήθεια λαμβάνουν από τη διεθνή κοινότητα.
Καταλαβαίνω ότι αυτή η θέση πηγάζει από την αρνητική εμπειρία του παρελθόντος και τις δύσκολες συνθήκες που βιώνουν. Έχω πει ξανά όμως ότι δεν θα βρεθεί Ελληνοκύπριος ηγέτης που θα αποδεχτεί αυτές τις προϋποθέσεις για επανέναρξη του διαλόγου. Την ίδια στιγμή βέβαια είναι ξεκάθαρο ότι η επανέναρξη του διαλόγου δεν μπορεί να οδηγεί σε ατέρμονες συζητήσεις, δίχως προοπτική κατάληξης.
Το ΑΚΕΛ έχει προτείνει από τον Δεκέμβρη του 2020, συγκεκριμένη πρόταση για επανέναρξη του. Να δεσμευτούν οι δύο πλευρές ότι ξεκινούν διάλογο στο συμφωνημένο πλαίσιο, από εκεί που μείναμε στο Κραν Μοντανά. Δηλαδή στη βάση του Πλαισίου Γκουτιέρες και του κεκτημένου των συνομιλιών, μέχρι σήμερα. Αν αυτό επιτευχθεί, να δεσμευτούν ότι θα καταθέσουν γεφυρωτικές προτάσεις, εντός του συμφωνημένου πλαισίου με στόχο να καταλήξουν σε συμφωνία. Να συμφωνήσουν ότι ο διάλογος δεν θα πάει σε βάθος χρόνου, με δεδομένο ότι όλοι αναγνωρίζουν ότι στο Κραν Μοντανά είχαμε φθάσει κοντά σε συμφωνία.
Σε ότι αφορά την Ελληνοκυπριακή πλευρά να δεσμευτεί ότι, αν καταλήξουμε σε συμφωνία στα έξι σημεία του Πλαισίου Γκουτιέρες, οπόταν η πορεία δεν θα έχει επιστροφή, τότε οι Τουρκοκύπριοι θα συμμετέχουν στη λήψη αποφάσεων για το Φυσικό πλούτο του Νησιού. Επίσης να δεσμευτεί ότι, αν η Τουρκία συμβάλει στη λύση εντός του συμφωνημένου πλαισίου, τότε θα αρχίσει διάλογο μαζί της για συγκεκριμένα θέματα. Πρώτο να διερευνηθεί η πιθανότητα εμπορικής συνεργασίας στο θέμα του Φ.Α. και δεύτερο να μελετηθεί το θέμα δημιουργίας αγωγού για μεταφορά Φ.Α. από την περιοχή μας σε άλλους προορισμούς. Εφόσον το Κυπριακό θα έχει επιλυθεί οι σχέσεις Κύπρου-Τουρκίας θα έχουν εξομαλυνθεί, οπότε τα κριτήρια στη βάση των οποίων θα ληφθούν οι αποφάσεις θα είναι οικονομικά, απρόσκοπτης λειτουργίας και ασφάλειας.
Επίσης η Κυπριακή Δημοκρατία να δεσμευτεί ότι δεν θα θέτει βέτο για τη συμμετοχή της Τουρκίας σε διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς συνεργασίας, αν πληροί τα κριτήρια.
Στα πλαίσια που ανάφερα πιο πάνω θεωρώ ότι η Ελληνοκυπριακή και η Τουρκοκυπριακή Αριστερά πρέπει να επιδιώξουν συνεννόηση. Τα δεδομένα είναι αντικειμενικά εξαιρετικά δύσκολα. Αν δεν καταφέρουμε να συνεννοηθούμε θα χαθεί κάθε ελπίδα για λύση και επανένωση.