Μιχάλης Παπαπέτρου – 16/11/2024
Το 2024 σηματοδότησε την συμπλήρωση μισού αιώνα από το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή. Βεβαίως, αυτή η ημερομηνία δεν σηματοδοτεί την αρχή του προβλήματος. Το κυπριακό, τουλάχιστο στην σύγχρονη μορφή του, πάει πίσω στον ένοπλο αγώνα της ΕΟΚΑ του 1955, στη δημιουργία και τη δράση της ΤΜΤ, και την κατεδάφιση της Ζυρίχης το 1963. Εδώ και 60 χρόνια υπάρχει η πιο μακροχρόνια παρουσία ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ που υπήρξε ποτέ στην ιστορία του διεθνούς οργανισμού.
Κάποιοι στην ελληνική πλευρά, αφού έπεισαν τον εαυτό τους για το δίκιο των ελληνοκυπρίων, έχουν την ψευδαίσθηση ότι διαιωνίζοντας το πρόβλημα, κάποια μέρα θα βρούν την δικαίωση, όπως την φαντάζονται στο μυαλό τους. Και από την άλλη, οι ομοϊδεάτες τους στην τουρκική πλευρά, φαντάζονται ότι η λύση είναι η διχοτόμηση και τα δύο κράτη.
Και οι δύο αυτές προσεγγίσεις είναι αφελείς και παραγνωρίζουν τη διεθνή πολιτική πραγματικότητα. Οι μεν ελληνοκύπριοι, θα έπρεπε ήδη να καταλάβουν ότι όταν ένα πρόβλημα κατορθώσει να επιβιώσει στον χρόνο, στο τέλος μετατρέπεται σε πραγματικότητα που αναγνωρίζεται ως τμήμα του διεθνούς δικαίου. Ανεξάρτητα από τις καταβολές και τους λόγους που το δημιούργησαν. Οι δε τουρκοκύπριοι, ότι κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, η διεθνής κοινότητα ποτέ δεν θα αναγνωρίσει κρατίδια που προήλθαν από απόσχιση, γιατί σε διαφορετική περίπτωση θα γεμίσει ο πλανήτης και ιδιαίτερα η Ευρώπη, από νέα κράτη, ως έκφραση ενός στενού εθνικισμού, σε αντιπαράθεση με τον υπερεθνικό, οιονεί ομοσπονδιακό χαρακτήρα που προσπαθεί να προβάλει η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μετά από εξήντα χρόνια κυπριακού κάποιοι δείχνουν να βολεύονται με το σημερινό στάτους κβο, που το θεωρούν ως τη δεύτερη καλύτερη λύση. Οι μεν ελληνοκύπριοι μονοπωλώντας την Κυπριακή Δημοκρατία και οι τουρκοκύπριοι έχοντας το δικό τους κράτος, έστω κι αν δεν αναγνωρίζεται από κανένα στον κόσμο, εκτός από την Τουρκία. Θιασώτες αυτών των θεωριών ήταν ο Τάσσος Παπαδόπουλος και ο Ραούφ Ντενκτάς. Υποστηρικτές τους οι εθνικιστές στις δύο πλευρές, που χρησιμοποιώντας τον φόβο και την αβεβαιότητα, κατάφεραν να ματαιώσουν όλες τις προσπάθειες για λύση. Αυτές οι προσεγγίσεις είναι αφελείς και έωλες. Το κυπριακό δεν μπορεί να παραμείνει όπως έχει. Αναμφίβολα θα λυθεί, με τον ένα η τον άλλο τρόπο. Είτε με την επανένωση στα πλαίσια μιας διζωνικής ομοσπονδίας, είτε με την ντε φάκτο διχοτόμηση. Συνέπεια του δεύτερου ενδεχομένου αποτελεί η πιθανότητα η Τουρκία να προσαρτήσει τις κατεχόμενες περιοχές και τα πράγματα να προχωρήσουν προς την πραγμάτωση της διπλής Ένωσης.
Εν όψει των πιο πάνω, επιβάλλεται η μέγιστη κινητοποίηση όλων των φιλειρηνικών δυνάμεων και στις δύο πλευρές για αξιοποίηση της νέας πρωτοβουλίας του ΟΗΕ, που άρχισε να εκδηλώνεται. Το νέο στοιχείο που δημιουργεί ελπίδες, είναι ο ελληνο-τουρκικός διάλογος που βρίσκεται σε εξέλιξη και που σύντομα αναμένεται να μπει στα δύσκολα σημεία των διαφορών. Ήδη οι εθνικιστές στις δύο χώρες ξεσηκώθηκαν και κατηγορούν τον Ερντογάν και τον Μητσοτάκη για μειοδοσία και ξεπούλημα των εκατέρωθεν εθνικών συμφερόντων.
Η δική μου θεώρηση είναι ότι, αν αυτός ο διάλογος προχωρήσει, τότε το κυπριακό έχει ελπίδες να προχωρήσει και να λυθεί. Όπως λύθηκε για πρώτη και τελευταία φορά το 1959 στην Ζυρίχη από την Ελλάδα, την Τουρκία και την Βρετανία, όταν οι κύπριοι, όχι μόνον αγνοούσαν τις συνομιλίες, αλλά συνέχιζαν τις δραστηριότητες τους μέσον της ΕΟΚΑ και της ΤΜΤ.
Τα πενήντα χρόνια από την εισβολή αναλώθηκαν σε συνθήματα, εθνικιστικές εξάρσεις και απραξία. Εξ ού και το μηδενικό αποτέλεσμα. Οι δύο πλευρές μοιράστηκαν τους ρόλους της μη λύσης, ανάλογα με τη χρονική στιγμή. Πρώτα ο Ντενκτάς, με την απόλυτη αρνητικότητά του, αρνήθηκε τη λύση όσο ήταν στην εξουσία. Γιαυτό και εξασφάλισε το προσωνύμιο Mr. No που του απέδωσαν οι τρίτοι. Στην συνέχεια τα ηνία πήραν οι ελληνοκύπριοι, που οδήγησαν τις τρείς τελευταίες πρωτοβουλίες – στο Δημοψήφισμα, το Μον Πελεράν και το Κραν Μοντανά – σε αδιέξοδο. Το αρνητικό και ανησυχητικό είναι ότι οι δυνάμεις της Αριστεράς στην Κύπρο δεν βρέθηκαν πάντα στην πλευρά της λύσης. Ούτε κατάφεραν το ζητούμενο όταν η εξουσία και στις δύο πλευρές βρέθηκε στα χέρια τους.
Χαράζοντας, λοιπόν, την πορεία για την τελική προσπάθεια, θα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι τέτοια φαινόμενα δεν θα επαναληφθούν. Και νομίζω ότι προς αυτή την κατεύθυνση όλες οι αριστερές συνιστάμενες και στις δύο κοινότητες δείχνουν να κινούνται στον σωστό δρόμο. Δείχνουν να υπερβαίνουν τα λάθη ή τα ελλείμματα του παρελθόντος και να αποκαθιστούν την πεποίθηση του λαού, ότι η Αριστερά αποτελεί τον κύριο παράγοντα της λύσης του κυπριακού.
Ομολογώ πως μετά από πενήντα χρόνια, οι δυνατότητες λύσης είναι σαφώς λιγότερες. Όμως, όσες και νάναι θα το παλέψουμε. Πρέπει να το παλέψουμε γιατί το διακύβευμα είναι τεράστιο.